5th_scottish_parachute_battalion_athens_1944

Πέρασαν 25 χρόνια από τότε που ο Γιάννης Ρίτσος «άρχισε το «σεργιάνι στην αθανασία» όπως ο ίδιος είχε γράψει σε ένα από τα ποιήματά του. Ο ποιητής της Ρωμιοσύνης, έφυγε από τη ζωή στις 11/11/1990. Γεννήθηκε στη Μονεμβάσια την Πρωτομαγιά του 1909. Ὁ πατέρας του ήταν κτηματίας, αλλά έχασε την περιουσία του και πολύ νωρίς ὁ ποιητής δυστύχησε οικονομικά. Βρήκε όμως παρηγοριά στις τέχνες, αλλά και στο ποδόσφαιρο. Ο επιβλητικός, αρχοντικός, Πάντοτε περιποιημένος, καλοντυμένος και κομψότατος, ποιητής λάτρεψε το ποδόσφαιρο. Δεν έχανε ποτέ ματς αγγλικού ποδοσφαίρου από την τηλεόραση ενώ υπήρξε ποδοσφαιριστής του «Άτλαντα», στα Θυμαράκια, στη γειτονιά του Αγίου Νικολάου στην Αθήνα.

Στο αριστούργημά του «Γειτονιές του κόσμου», όσα γράφει για τον Παυλή που σκοτώθηκε τον Δεκέμβρη του ’44 πολεμώντας τους Άγγλους, σηματοδοτούν τη λαϊκότητα του ποδοσφαίρου. Ο Ρίτσος ουσιαστικά επιστρατεύει την ευγενέστερη μορφή του ποδοσφαίρου, την αθωότητα ενός παιδιού που παίζει μπάλα. Μέσα από αυτή την εικόνα, ο μεγάλος ποιητής περιγράψει την τραγωδία και το μεγαλείο του λαού ενάντια στην εισβολή των Άγγλων στην Αθήνα, το Δεκέμβρη του 1944. Απολαύστε τον:

«Τον είδες, Τζον, τον Παυλή; Δεν μπορεί θα τον είδες.
Μα κι αν δεν άκουσες κείνο το «ζήτω»
κι αν δεν πρόσεξες τη φλόγα των ματιών του,
θα το ‘νιωσες, δεν μπορεί να μην το ‘νιωσες
-καθώς περνούσαν οι ερπύστριες απάνω απ’ τον Παυλή-
θα το ‘νιωσες.
Κι έτσι σα να ‘δα που αναπήδησε το τανκ σου Τζον.
Ξέρεις για ποιον Παυλή σου λέω,
για κείνο το παιδί – θυμάσαι?
Για τον Παυλή σου λέω -Τι θόρυβος-
για κείνο το παιδί που πούλησε τα παπούτσια του
όταν οι Γερμανοί σκότωσαν τον Γιωργάκη.
Για κείνο το παιδί σου λέω που αγόρασε τη μπάλα,
τι θόρυβο που κάνουν Τζο τα κανόνια σας – πού να τ’ ακούσεις!
Για κείνο το παιδί
που ανήκε στην ποδοσφαιρική ομάδα του Γιωργάκη.
Κι εσείς, Τζον, δεν αγαπάτε το φουτ μπώλ?
Όμορφα παίζετε – το ‘δαμε κάποιο βράδυ στον κινηματόγραφο
μασουλώντας στραγάλια και πασατέμπο
και φωνάζοντας «ζήτω», Τζον, για την ομάδα σας.
Γιατί η ομάδα σας -η Άρσεναλ- έπαιζε Τζον πολύ όμορφα
κι εμείς αγαπάμε τα όμορφα Τζον, κι εκτιμάμε το δίκιο
κι εμείς χειροκροτάμε το καλό – όποιο να ‘ναι
και δεν μπορούμε να μην πούμε την αλήθεια -το σωστό σωστό-
η Άρσεναλ έπαιζε πολύ όμορφα.
Θ’ αγαπάς, Τζον, κι εσύ το ποδόσφαιρο
κι ο Παυλής έπαιζε όμορφα -μ’ όλο που ήταν ξυπόλυτος-
Είχε γερά ποδάρια – λίγο στραβά είναι αλήθεια, απ’ το ποδόσφαιρο,
πολύ γερά ποδάρια και πλεμόνια κι εξυπνάδα
και γερά κόκαλα, Τζο, δεν μπορεί, θα το ‘νιωσες!
Όμορφα που ‘παιζε ο Παυλής – ονειρευόμασταν δικοί και ξένοι
όταν τον βλέπαμε τ’ απόγιομα να παίζει
στο γήπεδο της γειτονιάς
με τις αγριομολόχες
ονειρεύομασταν πως μεθαύριο θα γίνει
ο αρχηγός του κόκκινου ποδοσφαίρου
της Λαϊκής μας Δημοκρατίας!
Γιατί ο Παυλής -αν και ξυπόλυτος- έπαιζε Τζο σ’ όλες τις θέσεις
τόσο που παραξενευτήκαμε, Τζον, που δεν τα κατάφερε
στο τελευταίο παιχνίδι του να δώσει μια κλωτσιά
από κείνες τις γνωστές του
και να τινάξει, Τζον, το τανκ σου ως το Λονδίνο
ώσμε την κούτρα, Τζον, του κ. Τσώρτσιλ σας.
Μα ήταν, βλέπεις, ξυπόλυτος. Τι να σου κάνει;
Σου μιλάω για τον Παυλή πού ‘χε πουλήσει τα παπούτσια του –
δεν αξιώθηκε από τότε, Τζον,
να ξαναβάλει παπούτσι στα ποδάρια του
κι έτσι ξυπόλυτος σκοτώθηκε ο Παυλής το Δεκέμβρη (…)»

[πηγή: http://www.pamesports.gr/355552/as-valoyn-kseno-empistosynh-stoys-ellhnes]

Σχολιάστε