Γηπεδικοί τσαμπουκάδες

Θα μας ζαλίσουν τώρα με τους φασίστες στην Σταυρούπολη κτλ. Όπου όποιος κυκλοφορεί λίγο στους δρόμους και στα σχολεία ακούει τέτοια που οι βρισιές στο ΕΠΑΛ είναι δοκίμια φιλοσοφίας. Όπου οι αριστεροί- αντιφασίστες είναι το ίδιοι κρανοφόροι και κουκουλοφόροι με τους φασίστες ομοϊδεάτες τους. Όπου ο γηπεδικός τσαμπουκάς είναι ο ίδιος και ανακυκλούμενος. Α τραβάτε, ρε σεις, παρά πέρα……

O γάμος ως αφορμή

Ο π. Αντώνιος (Πινακούλας) σωστά τα λέει στη νέα Σύναξη: Η ιερολογία του γάμου και οι σύγχρονες μορφές συμβίωσης. Οι διάφορες σχέσεις που είναι ελεύθερες σχέσεις ή σύμφωνα συμβίωσης ή whatever εάν θέλουν να τελέσουν γάμο, να το κάνουν αφού προσέλθουν ως μετανοούντες και ζητήσουν την αποκατάστασή τους στη Θεία Ευχαριστία. Οι δε «αστικοί» μας γάμοι, των υπολοίπων, καλό θα είναι να ξαναβρούν τη σύνδεση τους με τη Θεία Ευχαριστία και να αποφύγουν την ειδική επί τούτου ιερολογία. Υπάρχουν λοιπόν πολλοί τρόποι για να διαφυλάξεις την εκκλησιαστική συνείδηση και πρακτική, ούτε μία απόλυτη ανοχή προς τις ελευθεριακές σχέσεις, ούτε και αυτό το «καρακιτσαριό» του θρησκευτικού γάμου σε νησιά, νησάκια και ξωκλήσια (στη Γλυφάδα).

Ελλαδιστάν ασφυξία

Εντάξει η πλάκα έχει και τα όρια της. Μου αρέσει που ο «αρνητής» τσολιάς είναι στα δικαστήρια με φόντο το ACAB (All Cops are Bastards)! Βέβαια, ο καλύτερος όλων είναι ένας άλλος στη Θέρμη που έχει αποσύρει την εξουσιοδότησή του προς τις τρεις αρχές του κράτους (νομοθετική, εκτελεστική και δικαστική). Και για να σοβαρευτούμε: οι αντιεμβολιαστές ως κίνημα (και δεν υπεισέρχομαι σε θέματα ιατρικά και βιο-μετρικά) θα είχαν κάποια βάση, εάν και στην μακραίωνη περίοδο της καραντινάρας διαμαρτύρονταν ή κάθε μέρα έκαιγαν το κέντρο της Αθήνας. Διότι λόγω της ανόητης καραντίνας μεροκαματιάρηδες άνθρωποι έχασαν δουλειές και εισοδήματα. Θα είχαν μία κάποια βάση εάν στην περί των δικαιωμάτων τους κριτική συμπεριλάμβαναν και τα περί τεχνολογίας, πολυεθνικών εταιρειών, υγειονομικής κατάστασης του τρίτου κόσμου, ντε φάκτο υποδούλωσης της κυβέρνησης σε όσα τους καθοδηγούν απ’ έξω (μέχρι και ο Ορμπαν, ναι, αυτός ο «φασίστας» ακολουθεί τη δική του πολιτική για τα μέτρα προστασίας), δηλαδή μίας ευρύτερης αμφισβήτησης του τεχνο- πολιτισμού (που προς τιμήν τους ασκούν κάποια αναρχικά γκρουπούσκουλα, τύπου Cyborg). Δεν έχουν ούτε καν το θάρρος να παρουσιάσουν, όσοι από αυτούς πιστεύουν, τις θρησκευτικές τους αναφορές (εκτός κάποιων λίγων που μάλιστα λοιδορούνται ως «γραφικοί»). Κάτι τσαμπουνάνε για στατιστικές και μετρήσεις εμβολιασμένων σε ΜΕΘ και τα συναφή. Ποιον προσπαθούν να πείσουν; Αυτοί που δέχονται τους εμβολιασμούς, δεν τους πιστεύουν, και οι δικοί τους, τα ξέρουν ήδη. Φασαρία να γίνεται, λοιπόν. Πάμε για Τράκι;

ή με άλλα λόγια….

Και να μην μας γράφεις

Γκόου μπάκ, μάνταμ Μέρκελ, αναφωνούσε ο Τσιπράκος. Μέχρι που από το πολύ ξύλο, μας βγήκε ο έρπης. Από τότε, το Griechenland έχει γίνει η αποθήκη ψυχών της μανταμίτσας. Μη φοβάστε: η ντόπια ψευδο- ελίτ της χώρας θα βρει τον τρόπο να τα πάει καλά και με τον διάδοχό της. Δεν χάνονται τα αφεντικά.

Η αντιεμβολιαστική παράνοια

Μιλήσαμε για τον εωσφορικό παραλογισμό των διαφημιστών των εμβολίων. Όμως, αποδεικνύεται και από την αντίθετη πλευρά, πόσο παρηκμασμένη και μη- κοινωνία είναι η κοινωνία μας. Ο δικαιωματισμός έχει αλλάξει στρατόπεδο, και από τους gay και τους μετανάστες- πρόσφυγες έχει πάει στους αντιεμβολιαστές. Χωρίς καμία βαθύτερη κριτική για την κοινωνία της εποχής μας, κάνουν πόλεμο όταν ο εχθρός τους έχει φθάσει και τους έχει ήδη καταλάβει. Δικαιωματικά προβάλλουν το απαραβίαστο της υγείας τους, όταν καθημερινά ο κόσμος όλος πεθαίνει μαζικά από χίλιες δύο αιτίες, από τα ηλεκτρονικά απόβλητα (των κινητών τους, π.χ.) μέχρι τα καμμένα και το διοξείδιο που αναπνέουν. Για να μη μιλήσω για τη διατροφή, την ατμόσφαιρα, το στρες και το χάος στους δρόμους και τόσα άλλα. Δεν υπάρχει καν μία υπερβατική αναφορά, όπως την έχουν τουλάχιστον οι «θρησκόληπτοι» από αυτούς. Είναι παρασιτικές αντιδράσεις, που ξεπερνάν τη φυσιολογική κριτική κατά των συμφερόντων των εταιρειών και τη κακή διαχείριση των συστημικών. Οι περισσότεροι από αυτούς είναι έτοιμοι και πολύ χαρούμενοι να δεχθούν ακόμη και ειδικές εργασιακές συνθήκες, αναμένοντας από την πολιτεία τελικά να νομοθετεί για αυτούς. Παράδειγμα θρασύτητας: φίλος αντιεμβολιαστής θεωρεί αυτονόητο δικαίωμα του να συμμετέχει σε δημόσια δραστηριότητα- θέαμα, όπου οι ήδη εμβολιασμένοι συναντούν χίλια δύο προβλήματα για να συμμετέχουν. Οπότε με τη λογική αυτή: ο εμβολιασμένος και εμβολιασμένος είναι (με ό,τι συνεπάγεται) και ο βλάκας της υπόθεσης (υπέρ του έξυπνου…)

Αρτιστίκ

Είπα μήπως παρεξήγησα την εικαστική προσπάθεια του Γ. Γαβριήλ και διολίσθησα σε ιδεολογική κριτική, βλέποντας την Παναγία να αγκαλιάζει τον Αϊλάν σε ένα άλλο του έργο. Αναζήτησα λοιπόν τα περί του καλλιτέχνη. Κατά τα λεγόμενα του ιδίου: «Θα συμφωνήσει ότι η κυπριακή κοινωνία είναι κατά βάση αρκετά συντηρητική και ότι αυτό τείνει να ενταθεί, όπως και η απήχηση ακροδεξιών, εθνικιστικών και ξενοφοβικών προταγμάτων. Μεγάλη επιρροή ασκεί και η Εκκλησία, ο λόγος και ο ρόλος της οποίας κάθε άλλο παρά προοδευτικός χαρακτηρίζεται, με την οποία ο συνομιλητής μου παραδέχεται ότι δεν διατηρεί ιδιαίτερες σχέσεις, δίχως να δηλώνει άθεος πάντως. «Η θρησκεία είναι αναμφίβολα κομμάτι της κουλτούρας μας… η ίδια η δουλειά μου έχει πολλές επιρροές από τη βυζαντινή τέχνη την οποία εκτιμώ, μάλιστα έχω κάνει και νωπογραφίες σε ιερούς ναούς. Η επίσημη Εκκλησία, όμως, είναι κάτι άλλο…» [πηγή].

Συγγνώμη, αλλά προτιμώ τους Μπολσεβίκους που γκρέμιζαν τον ναό του Χριστού Σωτήρα και έφτιαχναν πισίνες για τον λαό. Ήταν μία διάδοχη χρήση που φανέρωνε μία εικονομαχία. Και κάθε εικονομαχία είναι σεβαστή, διότι παίρνει τα ρίσκα του γκρεμίσματος της γέφυρας προς το υπερβατικό. Εδώ, τί έχουμε; Έναν καλλιτέχνη που χρησιμοποιεί χριστιανικά μοτίβα- επιτυχημένα ή όχι, ποσώς με ενδιαφέρει, για να περάσει στο κοινό τη δική του ιδεολογία για τον Χριστιανισμό, που είναι ή θα πρέπει να είναι υπέρ των προσφύγων, των ανέργων, των δημοκρατών, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και άλλα πολλά. Άρα, ασκεί στρατευμένη τέχνη. Θα πει κανείς: και οι μαύρες Παναγίες ή οι μαύροι Χριστοί στην Αφρική, οι άγιοι επίσκοποι στη Λατινική Αμερική; Βεβαίως, υπάρχουν και αυτά, αφορούν όμως άλλο δόγμα (ή θρησκεία…) και άλλες κοινωνίες που βιώνουν διαφορετικά τα πράγματα. Όταν, με άλλα λόγια, η καθημερινότητα σου και η ενορία σου είναι για αιώνες φτωχοί Ινδιάνοι, έχεις δικαίωμα να κάνεις τον Χριστό ινδιάνο. Σε εμάς, ούτε ενορίες έχουμε με λούμπεν πληθυσμούς ούτε οι πρόσφυγες (ως επί το πλείστον Μουσουλμάνοι) είναι σημεία αναφοράς. Ωραία, αλλά θα πει κανείς: δικαίωμα μου είναι ως χριστιανός να «καλωσορίζω» τους πρόσφυγες και να βρίζω την επίσημη Εκκλησία! Εντάξει, με τη λογική αυτή να κάνουμε και μία αγιογραφία με τη/τον Zackie! Η κουλτούρα των δικαιωμάτων, για να σοβαρευτούμε, έχει εκ των έσω αλώσει την πάλαι ποτέ αριστερά- ελλείψει ίσως επαναστατικού υποκειμένου, αφού η εργατική τάξη και το προλεταριάτο μας τελείωσαν. Σε αυτή την ιδεολογική δίνη- σύγχυση και σε συνθήκες γενικότερης κοινωνικής παρακμής, πάντα επικρατούν ευσεβιστικές, δηλαδή ψευδώς συναισθηματικές, τάσεις. Αυτές αποφεύγουν με κάθε τρόπο τη διαμόρφωση στέρεης ιδεολογικής αναφοράς, είναι ένα ποτ πουρί. Ξέρουν σε ποιον είναι απέναντι (Χρυσή Αυγή, φασίστες, μπάτσοι….κλπ), δεν ξέρουν όμως ποια είναι εν τέλει η ιδεολογία τους. Το πολύ πολύ μία ξαναζεσταμένη εκδοχή μέτριας σοσιαλδημοκρατίας. Όταν οι κοινωνικοί οργανισμοί σαπίζουν, τότε ως τρόπο επιβίωσης τα μέλη τους αναπτύσσουν συναισθηματικές και φιλειρηνικές ή δικαιωματικές εκδοχές. Θυμίζω τον «θεολόγο» Νίτσε που πολύ σωστά ανάφερε ότι η μαλθακότητα και η διαφθορά της Ρώμης με τον οικουμενισμό της οδήγησε στην άλωση της από τον Χριστιανισμό. Θυμίζω εξ αντιδιαστολής τη βυζαντινή ισχύ και εξουσία (με μαρτύρια και διωγμούς) κατά αιρετικών και άλλων- δεν κατηγορούμε όμως το Βυζάντιο για φασισμό, ή το κατηγορούμε; Και επειδή δεν έγινα κατανοητός, αναφερόμενος σε αριστερούς χριστιανούς χωρίς οικογένεια, το θέμα δεν είναι οι περιπτώσεις αυτών που δεν έχουν παιδιά ή σύζυγο. Το θέμα είναι ότι η- κατά τα άλλα- χριστιανική τους κριτική στην «φασίζουσα» κοινωνία δεν περιλαμβάνει και αυτά τα θέματα. Αλλά, ξέχασα, είναι θέμα δικαιωμάτων και προσωπικών επιλογών………

Ευσεβισμοί

Μου αρέσει που όλοι οι αριστερο-χριστιανοί απεχθάνονταν τον Τρεμπέλα, τις οργανώσεις και το «Προς την Νίκην». Κατηγορούσαν τον ευσεβισμό των «προτεσταντών» Ορθοδόξων με την άκρατο συναισθηματισμό και τη θεολογία της ηθικής υποχρέωσης. Τώρα, χειροκροτούν ανάλογες εικαστικές αντιλήψεις και θεωρίες. Αλλά είναι χειρότεροι από τους τότε ευσεβιστές, διότι οι κάποτε ζούσαν σε συνθήκες ψυχρού πολέμου, σε μία μετεμφυλιακή Ελλάδα, είχαν το κόλλημα τους με τον εαμο-μπολσεβικισμό. κάνανε τις οικογένειες τους. Οι σημερινοί δεν κάνουν καν οικογένειες. Γιατί αλήθεια δεν υιοθετούν τους Αιλάν, άραγε?

Φαληρομανία

Αι οικοδομηθείσαι πολυάριθμοι οικίαι και πλην αυτών η έξις ικανού αριθμού Αθηναίων να μεταβαίνωσιν εκεί, να λούωνται, να αναπνέωσι θαλασσίαν αύραν, να ακροώνται γαλλικά κωμειδύλλια ή την μουσικήν των ξένων πολεμικών πλοίων, να επιδεικνύωσι τας θερινάς αυτών ενδυμασίας και να ερωτολογώσιν υπό το φως των ηλεκτρικών λαμπτήρων (Ροΐδης, 1896).

Στο μεταξύ η βασιλική οικογένεια παραθερίζει στη Συνοικία Τσίλερ στην Καστέλα, στο πρώτο και μεγαλύτερο από τα επτά σπίτια μπροστά ακριβώς από το υαλουργείο Πωλ Τσίλερ, αδελφού του Ερνέστου, και Πέτρου Οριγένη. Σε ένα από αυτά τα σπίτια φιλοξενούνταν και η Πηνελόπη Δέλτα με τα αδέρφια της, όπως περιγράφει στον Τρελλαντώνη.

Πηγή: Ν. Γεωργακοπούλου, Επιστροφή στη νέα Αθήνα, σ. 189.

H βίλα του αυστριακού πρέσβη

«ένα από τα κτίρια στην άκρη της Αθήνας προς την Πάρνηθα είναι μια απλή, γεμάτη αρχοντιά βίλα. Οι γυάλινες πόρτες ανοίγουν και τότε αφήνεις πίσω σου την πλατιά ερημιά, τα ψηλά περήφανα βουνά και νομίζεις, βλέποντας την καλογυαλισμένη σκάλα με το χαλί από πάνω ως κάτω, πως βρίσκεσαι σε έναν εξοχικό πύργο κοντά στην αυτοκρατορική πόλη του Δούναβη. […] Τίποτε δε θυμίζει εδώ πως η Αθήνα γεννιέται τώρα. Εδώ μέσα η Αθήνα είναι στο ίδιο επίπεδο με τη Νεάπολη, τη Βιέννη και την Κοπεγχάγη» [Χανς Κρίστιαν Άντερσεν, Οδοιπορικό στην Ελλάδα].

Αυτή η πλατιά ερημιά είναι η περιοχή περί τη σημερινή οδό Φειδίου και αυτή η βίλα ευρωπαϊκών προδιαγραφών, που ανεγέρθηκε το 1836-1837, η εξοχική οικία του Αυστριακού πρέσβη Άντον Πρόκες φον Όστεν. Το σήμερα εγκαταλελειμμένο αυτό κτίριο στέγασε λαμπρές ημέρες του Ωδείου Lottner, του Ελληνικού Ωδείου του Καλομοίρη έως το 1974.

Ν. Γεωργακοπούλου, Επιστροφή στη νέα Αθήνα, εκδ. Αλεξάνδρεια, 2021, σ. 121

Αθήνα όπως Αμέρικα

«Η λεωφόρος Πανεπιστημίου, η οδός Σταδίου, η πλατεία Συντάγματος και πολλοί άλλοι δρόμοι των νέων τμημάτων της πόλης θα τιμούσαν κάθε ευρωπαϊκή πρωτεύουσα. Αλλά και το εμπορικό κέντρο, όπως η οδός Ερμού και η οδός Αιόλου, έχουν πελώρια κτήρια, πλήθος από λαμπρά καταστήματα. Εκείνο ίσως που στην Αθήνα δεν προκαλεί ευχάριστη εντύπωση στον ξένο, τον συνηθισμένο σε ευρωπαϊκές πόλεις, είναι εκείνη η έλλειψη εκκλησιαστικών και κοσμικών κτιρίων που υψώνονται πάνω από τη θάλασσα των σπιτιών και αποτυπώνουν σε μια πόλη που τη βλέπει κανείς από μακριά την ορισμένη φυσιογνωμία της. Οι νεώτερες εκκλησίες της Αθήνας είναι μεγάλες και έχουν θεόρατα κωδωνοστάσια, αλλά καμιά τους δεν καταφέρνει να δεσπόζει πράγματι στη συνολική εικόνα της πόλης. Είμαστε τόσο υποδουλωμένοι στις αισθητικές μας συνήθειες που θέλουμε αμέσως το ξένο και το νέο να το προσαρμόσουμε στις γνωστές σε μας συνθήκες, θα πρέπει να πω ότι συχνά κατά τους περιπάτους μου σχεδίαζα νοητά στη σιλουέτα της πόλης έναν κάποιο καθεδρικό ναό. Και ακριβώς αυτές οι προσπάθειες με δίδαξαν πόσο αδικαιολόγητη ήταν η αρχική μου δυσαρέσκεια στην Αθήνα. Κάθε κτίσμα που υψωνόταν μεγαλειωδώς πάνω από την πόλη, αφενός θα έβλαπτε τη θέα τη Ακρόπολης, αφετέρου δε, θα ζημίωνε τη δική του επίδραση στην άνιση αυτή άμιλλα με τον ιερό βράχο. Το μόνο που μπορεί εδώ να δεσπόζει και να αποτυπώνει στο περιβάλλον τον χαρακτήρα του είναι ακριβώς ο επιβλητικός βράχος της Ακρόπολης που υψώνεται σαν ένας αιώνια πιστός προστάτης της πόλης, με τη χρυσόλαμπρη κορόνα του, τον Παρθενώνα».

Αυτή η παρουσίαση της Αθήνας ανήκει στον Κάρολο Κρουμπάχερ, στον μεγάλο Γερμανό βυζαντινολόγο, όταν επισκέπτεται για πρώτη φορά την Αθήνα το 1884. Η επίσκεψη ενός βυζαντινολόγου στην κατεξοχήν κλασική πόλη μπορεί να μας εισαγάγει κατάλληλα τόσο στην αθηναϊκή εποχή που σήμερα θα επιχειρήσουμε να πλησιάσουμε, δηλαδή στα 30 τελευταία χρόνια του 19ου αι. (1873-1904 για την ακρίβεια), όσο και στο θέμα που θα επιχειρήσουμε να διερευνήσουμε, συγκεκριμένα στην εμφάνιση ενός συστηματικού και καινούργιου ενδιαφέροντος για το μεσαιωνικό και νεώτερο παρελθόν της πόλης των Αθηνών.
Από το παραπάνω παράθεμα μπορεί εύκολα κανείς να εντοπίσει ποια είναι η βάση του αισθητικού κενού που ξενίζει τον Ευρωπαίο ξένο. Η Αθήνα, ευρωπαϊκή κατά τις νέες της λεωφόρους και τα λαμπρά της καταστήματα, αποκλίνει από τον κανόνα της ευρωπαϊκής μεγαλούπολης κατά τούτο: κατά την απουσία μεσαιωνικής στάμπας/μήτρας. Διότι η εμμονή στον δεσπόζοντα καθεδρικό ναό, αυτή η αίσθηση ενός κενού στον τόπο, επισημαίνει κατ’ ουσία ένα είδος κενού στον χρόνο. Τέτοια είναι η όψη των Νέων Αθηνών –πόλη νέα, αναπτυσσόμενη με ταχύτητα και χωρίς άμεσο παρελθόν– που στρέφει τον Κρουμπάχερ, σε άλλο σημείο των περιηγητικών του εντυπώσεων, προς έναν αναπάντεχο για την εποχή παραλληλισμό: «Η πόλη αυτή είναι ένα από τα αξιοπερίεργα δημιουργήματα της νεώτερης εποχής, που μπορεί να συγκριθεί κατά κάποιο τρόπο μόνο με αμερικανικά περιστατικά». [Π. Ενεπεκίδης, Η Ελλάδα, τα νησιά και η Μικρά Ασία τον Καρόλου Κρονμπάχερ, Αθήνα 1994, σ. 61 και 58].

Πηγή