Απάντηση Ιερώνυμου για το μάθημα των Θρησκευτικών

«Υφίσταται πάντοτε μία κατηγορία καλοπροαίρετων ανθρώπων, που θέλουν να είναι προοδευτικοί, και στο άκουσμα κάθε μεταρρυθμίσεως τάσσονται αυθωρεί, λόγω ιδεολογικού αυτοματισμού, υπέρ της μεταβολής μόνο και μόνο επειδή πρόκειται για κάτι καινούριο, χωρίς φυσικά να είναι ενήμεροι για το περιεχόμενό της. Η υποστήριξη είναι επόμενο να συμβαίνει ιδίως για την μεταρρύθμιση σε ένα μάθημα, όπως τα Θρησκευτικά, που έχουν στοχοποιηθεί ως «συντηρητικό» και «εκκλησιαστικό»»

ΠΗΓΗ

Για τα πάντα υπάρχει καιρός

images

Λέει: «Τοις πάσι χρόνος και καιρός τω παντί πράγματι υπό τον ουρανόν. Καιρός του τεκείν και καιρός του αποθανείν, καιρός του φυτεύσαι και καιρός του εκτίλαι το πεφυτευμένον. Καιρός του αποκτείναι και καιρός του ιάσασθαι, καιρός του καθελείν και καιρός του οικοδομείν. Καιρός του κλαύσαι και καιρός του γελάσαι, καιρός του κόψασθαι και καιρός του ορχήσασθαι. Καιρός του βαλείν λίθους και καιρός του συναγαγείν λίθους, καιρός του περιλαβείν και καιρός του μακρυνθήναι από περιλήψεως. Καιρός του ζητήσαι και καιρός του απολέσαι, καιρός του φυλάξαι και καιρός του εκβαλείν. Καιρός του ρήξαι και καιρός του ράψαι, καιρός του σιγάν και καιρός του λαλείν. Καιρός του φιλήσαι και καιρός του μισήσαι, καιρός πολέμου και καιρός ειρήνης. Τίς περισσεία του ποιούντος, εν οις αυτός μοχθεί;» [Εκκλησιαστής, 3, 1-2]

Μία χρήσιμη ερμηνευτική παρατήρηση: αντί του αποκτείναι, όπως αποδίδουν οι Εβδομήκοντα το εβραϊκό laharog, κάποιοι από τους εξηγητές προτιμούν αβάσιμα την ερμηνεία του πληγώσαι, ενώ άλλοι αποδίδουν το δεύτερο ρήμα με το σώζειν, επίσης αβάσιμα, διότι το πρώτο ρήμα σημαίνει πάντοτε φονεύειν, το δεύτερο πάντα ιάσθαι. Η αντίθεση του στίχου γίνεται δια της προτάξεως του κακού και της επιτάξεως του αγαθού [πηγή: Παν. Μπρατσιώτου, Ο Εκκλησιαστής, 44]

Μία άλλη οπτική

20160917_irp001_1

Στο άρθρο του, The other jihadist state, ο Economist έθεσε αυτό που σπάνια τίθεται. Ότι πέρα και πάνω από κουλτούρες, ιδεολογίες, φανατισμούς και μισαλλοδοξίες υπάρχει η πραγματική ζωή και η διοίκηση της καθημερινότητας. Πολλαπλά χρήσιμο για όσους από εμάς αντιμετωπίζουν τον τζιχαντισμό ως την κατεξοχήν απειλή της επιβίωσης μας.

Εις επίρρωσιν : «το αρχαιότερο πρωτότυπο λυτό πατριαρχικό έγγραφο που είχε σωθεί είναι του 1467- εκδόθηκε δηλαδή δεκατρία χρόνια μετά την ανασύσταση του Πατριαρχείου. Στο έγγραφο λοιπόν αυτό ο τότε πατριάρχης Διονύσιος υπογράφει ως ελέω Θεού αρχιεπίσκοπος Νέας Ρώμης και οικουμενικός πατριάρχης. Μπορεί κανείς να υποστηρίξει σοβαρά ότι θα παρέμενε στη θέση του ο επικεφαλής της θρησκείας ενός λαού της Βίβλου, χρησιμοποιώντας τους τίτλους αυτούς τους γεμάτους πολιτικό συμβολισμό, απλά και μόνο επειδή ο λαός του αναφερόταν στο Κοράνι και του είχε επιτραπεί κατ’ εξαίρεση να ασκεί τη θρησκευτική λατρεία; Μπορούσε να τους επικαλείται χωρίς να έχει την άδεια της πολιτικής εξουσίας; Νομίζω όχι. Και αυτή η αρνητική απάντηση αποτελεί ένα ακόμη στοιχείο που αποκαλύπτει ότι η νέα πολιτική εξουσία επέτρεψε την ανασύσταση του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, στη μορφή που είχε στη βυζαντινή αυτοκρατορία, επειδή εξυπηρετούσε τα σχέδια της. [πηγή: Δημήτρης Γ. Αποστολόπουλος, Οι ιδεολογικοί προσανατολισμοί του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως μετά την Άλωση, Ίδρυμα Γουλανδρή Χορν, 17-18]

Αυτό που λησμονούν όλοι είναι ότι η πραγματική- στο έδαφος- διαχείριση έχει πάντα τους δικούς της κανόνες. Βέβαια, σωστά θα αντιτείνει κανείς, άλλο η κοινωνία της Ανατολικής Μεσογείου τον 15ο αιώνα, και άλλο αυτή σήμερα. Σωστά. Πάντως, το ότι δεν αναπαράγεσαι ως κοινωνία, το ότι δεν πιστεύεις κάπου, το ότι καταναλώνεις, δεν προϊδεάζουν για να σε πάρει σοβαρά ο εχθρός κατακτητής……..

ΤΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ ΚΑΙ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ – Σχόλιο για την αποπομπή του Σταύρου Γιαγκάζογλου

thrisk

Ο Σταύρος Γιαγκάζογλου ανήκει στους πιο σημαντικούς Έλληνες θεολόγους της γενιάς του. Έχει να επιδείξει πλούσιο και γόνιμο συγγραφικό έργο, την ποιότητα του οποίου δεν δύναται να αμφισβητήσει κανείς, έστω κι αν διαφωνεί, όπως εγώ, με ορισμένες κατευθύνσεις της σκέψης του (π.χ. ως προς τη σημασία που δίνει στην ευχαριστιακή θεολογία ή την έμφασή του στις πολιτισμικές συνιστώσες της Ορθοδοξίας). Από τα ευσύνοπτα «Προλεγόμενα στη θεολογία των ακτίστων ενεργειών» μέχρι την «Κοινωνία θεώσεως» και τη φρεσκοτυπωμένη «Κοινωνία εσχάτων» αρθρώνει μια θεολογία που όχι μόνο δεν τορπιλίζει, αλλά επιβεβαιώνει και τεκμηριώνει κεντρικές θεολογικές επιλογές της Ορθοδοξίας, αφοπλίζοντας τους πολέμιούς του, οι οποίοι του προσάπτουν με τρόπο χυδαίο πως ανήκει στους εχθρούς της πίστης των Πατέρων. Εν προκειμένω διαπιστώνεται ένα εκ πρώτης όψεως παράδοξο: Οι αυτόκλητοι θεματοφύλακες του ησυχασμού, αντί να τον τιμούν που θεμελιώνει με συνέπεια θέσεις για τις οποίες αυτοί κόπτονται, είναι οι πιο λυσσαλέοι πολέμιοί του. Στην περίπτωσή τους όμως ο ησυχασμός δεν αποτελεί παρά απλό προκάλυμμα του βαθέως ολοκληρωτισμού τους. Όχι τυχαία ομνύουν πολλοί εξ αυτών στο όνομα του π. Ιωάννη Ρωμανίδη, ο οποίος, μεταξύ άλλων, υπήρξε υποψήφιος της Εθνικής Παράταξης στις εκλογές του 1977, του κόμματος που εξέφραζε την ιδεολογία των δικτατόρων. Ο Σταύρος Γιαγκάζογλου γράφει για τον ησυχασμό, όμως με τις χούντες και τους ηχηρούς ή τους ύπουλους υμνητές τους δεν έχει σχέσεις

[πηγή]

Φίλης, Ἐκκλησίες, Ἀριστερές κ.λπ.

Ἡ ἐνδοχριστιανικὴ διαμάχη γιὰ τὸ τί ἔκανε ἡ διοικούσα Ἐκκλησία ἐπὶ Χούντας εἶναι ἐπίσης ἄνευ νοήματος. Ἡ Ἐκκλησία ὡς λαὸς καὶ ὡς διοίκηση δὲν ἔκανε τίποτε περισσότερο ἀπὸ ὅ,τι ὁ ὑπόλοιπος ἑλληνικὸς λαός, καὶ οἱ ἐπίσημοι ἐκπρόσωποί του (σύλλογοι κ.λπ.). Τὸ παραμύθι τῆς μαζικῆς ἀντίστασης στὴ Χούντα τὸ ἔχουν ἀποδομήσει οἱ ἴδιοι οἱ Ἀριστεροὶ (π.χ. Ραφαηλίδης) ποὺ κατηγοροῦν ὡς φιλοχουντικὴ τὴν Ἐκκλησία, ὅταν ἀκόμη καὶ τὸ Κεντρικὸ Ἰσραηλιτικὸ Συμβούλιο συνέχαιρε τὸν Παπαδόπουλο. Μιὰ χούφτα ἀντιστάθηκαν στὴ Χούντα, ὅσο κι ἂν αὐτὸ οἱ φιλοχουντικοὶ τὸ θεωροῦν καλό (ἐνῶ, φυσικά, δὲν εἶναι). Μπάλα, Δαλιανίδης καὶ Σκυλάδικα, ἡ ζωὴ τῶν ἁπλῶν Ἑλλήνων ἐπὶ Χούντας. Οἱ Νεορθόδοξοι «ἐπικριτὲς» τῆς Ἐκκλησίας πρέπει νὰ διαλέξουν, εἴτε τὸ μύθο τῆς παλλαϊκῆς ἀντίστασης εἴτε νὰ μὴν κατακρίνουν τὴν Ἐκκλησία περισσότερο ἀπὸ ἄλλα τμήματα τῆς κοινωνίας γιὰ τὴν ἁδράνειά τους ἐπὶ χούντας.

[πηγή]

Aγκυλώσεις

«Η θεσμική εκκλησία το 1939 καλοδέχτηκε την επιβολή του θρησκευτικού γάμου ως μοναδικού τρόπου σύναψης γάμου, και δεν επέλεξε να διαφυλάξει την ελευθερία των εικόνων του Θεού και άρα να αξιώσει την καθιέρωση του πολιτικού γάμου! Και, μοιραία, κάποια στιγμή οι αλλαγές επιβάλλονται από τις κυβερνήσεις… Θλίψη!», «Μια αγκυλωμένη θεσμική εκκλησία συνέπλευσε πασιχαρής με τη χούντα, και κατέστησε δακτυλοδεικτούμενες εξαιρέσεις ανθρώπους όπως ο παπα Γιώργης Πυρουνάκης, ο Νίκος Ψαρουδάκης, ο μητροπολίτης Ελευθερουπόλεως Αμβρόσιος κ.ά. Αυτή είναι η μαύρη αλήθεια», «Αυτή τη στιγμή η θεσμική εκκλησία εμφανίζεται να θέλει να ορίζει ένα μάθημα, το οποίο μάλιστα θα είναι κατήχηση. Τι θα πράξουν όσοι επίσκοποι είχαν μιλήσει τα τελευταία χρόνια για το απαράδεκτο της κατηχητικής φυσιογνωμίας των Θρησκευτικών; Τα νέα προγράμματα σπουδών φυσικά και έχουν προβλήματα πρακτικής, διευθετήσεων κλπ, αλλά όχι τα προβλήματα που τους προσάπτουν οι λαχταρώντες την κυριάρχηση επί της κοινωνίας. Και είναι βαρύ, πολύ βαρύ αν ο θεσμικός εκκλησιαστικός χώρος αυτοπαραδοθεί στον θρησκευτικό υπόκοσμο που (πασχίζει να) ασκεί μπούλινγκ με χαρακτηρισμούς, ύβρεις, προπηλακισμούς και μεθοδεύσεις, κατά των θεολογικών αντιπάλων του» [πηγή]

Ροζ χριστιανισμός (part 2), του Μανώλη Βαρδή  //26.3.2013. Είχα πει σε φαινομενικά «ανύποπτο» χρόνο: «Οι φιλελεύθερες φωνές στην ορθόδοξη θεολογία, οι οποίες είχαν κάτι να πουν σε προγενέστερες εποχές, τελικά έστρωσαν το δρόμο στην μετάλλαξη της πίστης και του δόγματος σε θέματα υποκειμενικής επιλογής. Το άτομο και οι ανάγκες του αποθεώνονται. Η Εκκλησία αντί να καθοδηγεί και να διαμορφώνει συνειδήσεις γίνεται ένα σύνολο εξατομικευμένων, καταναλωτικών προτιμήσεων. Ο ηθικιστικός (και βαθύτατα αντι- ρεαλιστικός) λόγος περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων (όπως αυτοί τα εννοούν), θείου έρωτα και αγάπης, ανοχής και ανεκτικότητας (όλα αυτά σε μικρο- αστικό πλαίσιο), είναι ο λόγος που αναπόδραστα κάνει την Εκκλησία μία ακόμα ethnic γεύση, δίπλα σε άλλες. Στο βάθος υπάρχει ζόφος, άγνοια, και υπαρξιακή ερήμωση. Η θεραπεία γίνεται σύμπτωμα σήψης» [14-12-2010]

H συνέχεια [εδώ]

Rooted cosmopolitans

20160917_srd005

Πατριωτισμός στην εποχή της παγκοσμιοποίησης : «Successful big companies strike a balance between global scale and local roots to become “rooted cosmopolitans”. LG, a South Korean conglomerate, can tailor its products for specific markets: microwave ovens destined for east India, for example, have an autocook option for Bengali fish curry. Kraft has re-engineered the Oreo biscuit for Chinese taste buds, using less sugar and more familiar flavours such as green tea» [πηγή]

Περί θρησκευτικών και νέων σχολικών προγραμμάτων

Περί θρησκευτικών και νέων σχολικών προγραμματων. Του Σωτήρη Μητραλέξη.

Γενικά έχει ξεσηκωθεί μια συζήτηση άσχετη με κάποιες αλλαγές στο μάθημα, οι οποίες ΔΕΝ έγιναν επί Φίλη αλλά νωρίτερα. Έχει ξεκινήσει μια «αρένα για πολέμους αξιών», δηλαδή μια ιστορία αποπροσανατολισμού.

Το νέο μάθημα, όπως και το παλιό, είναι σαφώς ομολογιακό. Επικεντρώνεται σε *μία* θρησκεία/ομολογία, τέλος πάντων επικεντρώνεται στον ορθόδοξο χριστιανισμό. (Όχι μόνο όμως. Και στο παλιό μάθημα είχαμε κάτι ωραιότατα κεφάλαια για τις άλλες θρησκείες στη Β΄ Λυκείου). Στην Ελλάδα σήμερα (και χθες) το μάθημα είναι προαιρετικό (κακώς) αφού εξαιρείσαι από αυτό χωρίς καμμία συνέπεια (κάτι που δε συμβαίνει στα μαθηματικά ή στην ιστορία). Αν δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε σε αυτόν τον βασικό ορισμό θεμελιωδών εννοιών, δεν μπορούμε να συνεννοηθούμε.

On the other hand, διαπιστώνω κτηνώδεις, χονδροειδείς συγχύσεις στον γενικότερο διάλογο, χάρη στις οποίες είναι αδύνατο να συνεννοηθείς. ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ είναι ένα μάθημα το οποίο απευθύνεται σε πιστούς. ΟΜΟΛΟΓΙΑΚΟ είναι ένα μάθημα το οποίο επικεντρώνεται (κατά 100%, 80%, 51%) σε μία θρησκεία/ομολογία, ασχέτως αν θα μιλήσει και για άλλες. ΘΡΗΣΚΕΙΟΛΟΓΙΚΟ είναι ένα ανύπαρκτο μάθημα, στο οποίο οι μαθητές θα βασανίζονταν για χρόνια *εξ ίσου* με κάθε πιθανή και απίθανη θρησκευτική πίστη (η απόλυτη διαστροφή, αποκλειστικά ελλαδικής εμπνεύσεως, Ούτε υπάρχει, ούτε θα υπάρξει). Αν δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε σε αυτόν τον βασικό ορισμό θεμελιωδών εννοιών, δεν μπορούμε να συνεννοηθούμε.

Η δική μου γνώμη για το γενικότερο ζήτημα: θεωρώ ότι όποιος τελειώνει το σχολείο στην Ελλάδα, οφείλει να γνωρίζει οπωσδήποτε κάποια πράγματα για τον ορθόδοξο χριστιανισμό, αλλιώς αδυνατεί να καταλάβει τη χώρα–του λείπουν βασικές γνώσεις.* Γιατί οι ορθόδοξοι φτιάχνουν εικόνες, σε τί Θεό πιστεύουν, πώς διαμορφώθηκε η πίστη τους. Θεωρώ ότι όποιος τελειώνει το σχολείο στην Ελλάδα και δεν ξέρει κάποια βασικά πράγματα (οι περισσότεροι φοιτητές νομικής που ξέρω δεν έχουν ούτε ΣΤΟΙΧΕΙΩΔΕΙΣ, εγκυκλοπαιδικές, wikipedia γνώσεις για τον ορθόδοξο χριστιανισμό. Τ’ ορκίζομαι.), έχει πρόβλημα, είναι ημι-εγγράμματος. Το ίδιο ισχύει άμα δεν ξέρει πού είναι η Πρέβεζα, ή πώς λύνονται οι δευτεροβάθμιες εξισώσεις. Άμα διαφωνούμε για την αναγκαιότητα αυτών των γνώσεων, ζούμε σε διαφορετικούς πλανήτες και δεν μπορούμε να συνεννοηθούμε. Αυτές τις γνώσεις πρέπει να τις έχει ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΑ από την θρησκευτική του πίστη ή την έλλειψη αυτής. Και φυσικά, αυτό το μάθημα πρέπει να είναι υποχρεωτικό–δεν εξαιρείσαι άνευ επιπτώσεων από τη Φυσική ή τη Φιλοσοφία ή τη Λογοτεχνία, επειδή… διαφωνείς με αυτές. Υποχρεωτικό μάθημα λοιπόν, μη-κατηχητικό (μη απευθυνόμενο σε πιστούς).
*Σημειωτέον ότι οι φανατικοί λαϊσιστές Γάλλοι ΤΟ ΚΑΤΑΛΑΒΑΝ αυτό, εξ ου και έβαλαν κατόπιν εορτής στοιχεία «θρησκευτικής πληροφόρησης» (fait religieux) στα σχολεία. Τα Γαλλάκια δεν καταλάβαιναν γαλλική ιστορία, αφού είχε μία τεράστια «τρύπα»!

Καλώς ή κακώς, όποια κι αν είναι η άποψη του καθενός, σε όλα αυτά τα ζητήματα υπάρχει αυτή τη στιγμή μια συνταγματική βάση (για “θρησκευτική διαπαιδαγώγηση”), που είναι αστείο να συζητάμε σαν να μην υπάρχει. Άμα δεν μας αρέσει ας αναθεωρηθεί το σύνταγμα, πάντως σήμερα έχει ως έχει.

Ξανά, όλη αυτή η συζήτηση είναι βασικά άσχετη με τα νέα σχολικά προγράμματα, στα οποία τάσσομαι υπέρ αν πρέπει σώνει και ντε να διευκρινήσω τη θέση μου. Και απολύτως σχετική με κυβερνητικό αποπροσανατολισμό από τρομακτικά πράγματα που συμβαίνουν και θα συμβούν σε νομοθετικό και εκτελεστικό επίπεδο.

Το τί «ισχύει στην Ευρώπη» είναι μια πονεμένη ιστορία, όπου οι Έλληνες λένε πραγματικά ό,τι τους κατέβει. Θα επανέλθω με πολυσέλιδη εργασία για το τί συμβαίνει στην Ευρώπη σύντομα, εντός του Οκτωβρίου.

Φυσικά, όλη αυτή η συζήτηση–η άσχετη με τα νέα σχολικά προγράμματα–εγείρεται από τον μαέστρο της προβοκάτσιας Ν. Φίλη τη στιγμή που στη Βουλή νομοθετούνται απίθανα πράγματα, συμπεριλαμβανομένης της μερικής ιδιωτικοποίησης του νερού. Μπράβο παιδιά, συζητήστε λίγο ακόμα για τον ρόλο της εκκλησίας στην κατοχή να δω κάτι…

Πηγή

Μαθουσάλες

20160917_srd004

If corporatisation and virtualisation can coexist, two of the basic tenets of modern management theory need to be rethought. The first is that corporate man (and woman) is a thing of the past, and that the only way to succeed in business is to turn yourself into an entrepreneur. The reality is more nuanced. Big companies are certainly cutting back on long-term employees. Dan Kaminsky, chief scientist and a co-founder of White Ops, one of RocketSpace’s startups, recalls that, in a previous corporate job, he filled out a form in which a “mid-career worker” was defined as someone who had been in the same post for two or three years. And employment patterns are becoming much more varied. Lawrence Katz, of Harvard, and Alan Krueger, of Princeton, calculate that the proportion of American workers engaged in “alternative work arrangements” (working as freelancers, temporary contractors and the like) increased from 10.1% in 2005 to 15.8% in late 2015.

But big companies nevertheless preserve a core of employees who help maintain a long-term institutional memory and a distinctive culture. Strategy& has been collecting data on the chief executives of the world’s top 2,500 public companies for more than 15 years. The consultancy’s Per-Ola Karlsson notes that more than 80% of these companies’ CEOs are internal appointments. Almost two-thirds of them have spent 12 years or more climbing up the corporate hierarchy. They are drawn from a large cadre of long-term employees who dominate the upper ranks of the organisation and usually outperform external recruits because they have far more company-specific knowledge. [πηγή]

AfD

antje-hermenau-gruene-afd

Von der AfD «dazulernen»

 Im Gespräch zeigt Hermenau Verständnis für die Menschen, die sie «kulturell Zornige» nennt. Viele von ihnen hätten eigentlich kein Problem mit Alleinerziehenden oder auch Homosexuellen. Nur hätten diese Gruppen so lange die Aufmerksamkeit der Politik bekommen, dass sich andere benachteiligt fühlten.

Die kulturell Zornigen bilden für Hermenau einen Teil der Unzufriedenen, die bei Pegida mitlaufen oder AfD wählen. Andere Gruppen sind die sozial Abgehängten, denen das Sozialsystem nichts anzubieten habe; die ökonomisch Unzufriedenen, die sich an der Eurorettung und der Niedrigzinspolitik stören; und die intellektuell Überforderten, die das politische System missverstehen. Hermenau fügt hinzu, dass dies keine abschließende Analyse ist. Sie würde auch gerne besser verstehen, warum so viele Wähler ihre Stimme sinnlos an eine Protestpartei verschenken. Auch darum ist sie gerne zur AfD gekommen, um dazuzulernen.

Einen Tabubruch sieht sie in ihrem Auftritt nicht. Die Partei auszugrenzen, hält sie ohnehin für unrealistisch. Dafür sei die Wählerschaft zu groß. «Ich will nicht in einer gespaltenen Gesellschaft leben», sagt sie. Den Rassismus in der Partei will sie nicht ausblenden, aber sie will sich davon auch nicht die Chance auf jedes Gespräch nehmen lassen. Eine schwierige Abgrenzung? Bei der Veranstaltung dreht der Wortbeitrag eines AfD-Mitglieds in abfällige Bemerkungen über eine Libanesin. «Nanananana!», fällt ihm Hermenau ins Wort und gebietet ihm mit einer Handbewegung Einhalt. Es funktioniert. Auch beim AfD-Publikum hat sie dafür genug Autorität. Anschließend geht sie nüchtern auf den nichtrassistischen Teil des Wortbeitrags ein.

Manche Politiker profilierten sich gerne damit, sich besonders klar gegen rechtes Gedankengut abzugrenzen. Hermenau hält das nicht generell für falsch, aber sie sagt: «Den Gegenpol zu etwas zu bilden, ist noch kein eigenes Konzept.»